Αγριοχοιρος
Ο ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΣ (Sus scrofa)
Μοιάζει
με το οικιακό αλλά έχει πόδια πιο ψηλά και δέρμα πιο τριχωτό. Μήκος
σώματος 110-180 εκ, ΰψος 85-115 εκ, ουρά 15-20 εκ και βάρος 100-200
κιλά. Τα αρσενικά υπερέχουν σε μέγεθος και βάρος έναντι των θηλυκών.
Έχει σώμα ογκώδες και επίμηκες που απολήγει σε ρύγχος. Στο πάνω μέρος
και στο μέσον του ρύγχους σχηματίζεται μικρή κύρτωση, η οποία αυξάνει με
την ηλικία του ζώου. Έχει αυτιά μεγάλα και όρθια, μάτια μικρά καφέ
χρώματος, σκέλη κοντά και ισχυρά. Η ουρά είναι μετρίου μεγέθους και στο
άκρο της σχηματίζεται μία τούφα από μακριές τρίχες. Τα άκρα των δακτύλων
καλύπτονται από οπλές.Το τρίχωμα αποτελείται από δύο ειδών τρίχες, τις μακριές, σκληρές και αραιές (σμηριγγώδεις τρίχες), οι οποίες αποτελούν το κυρίως τρίχωμα και τις κοντές, πυκνές και μαλακές τρίχες, οι οποίες βρίσκονται κάτω από τις σμηριγγώδεις και αποτελούν το υποτρίχωμα. Ο χρωματισμός το θέρος είναι γκριζόφαιος και το χειμώνα γκριζό-μαυρος. Το τρίχωμα αλλάζει δύο φορές το χρόνο, μία τον Οκτώβριο και μία το Μάιο. Χαρακτηριστικό στοιχείο του αγριογούρουνου είναι οι τέσσερις κυνόδοντες που εμφανίζονται μετά τη γέννηση του και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι πάνω κυνόδοντες είναι μεγαλύτεροι και διευθύνονται προς τα πάνω, ενώ οι κάτω είναι μικρότεροι σε μέγεθος, διευθύνονται προς τα πάνω έτσι ώστε η μπροστινή επιφάνεια του πάνω κυνόδοντα να έρχεται σε επαφή με την εσωτερική του κάτω Ο αγριόχοιρος αναγνωρίζεται από το γεροδεμένο σώμα του. Το τεράστιο κεφάλι του είναι προικισμένο με δύο μεγάλα και ευκίνητα αυτιά . Η μύτη του , η μουσούδα του είναι πολύ μακριά , επιτρέπει στο ζώο να ψάχνει βαθιά στο έδαφος , όταν αναζητά την τροφή του. Είναι ένα πραγματικό εργαλείο που λέγεται και «ζουρνάς» στην γλώσσα των γουροκυνηγών. Αυτό λοιπόν το εργαλείο είναι και όπλο επίθεσης και άμυνας , γιατί είναι οπλισμένος με τέσσερις χαυλιόδοντες , δύο πάνω και δύο κάτω . Του αρσενικού της κάτω σιαγώνας είναι σαν μαχαίρια .
Εκτός από όπλο είναι και πραγματικός οδηγός για το τι συμβαίνει γύρω του , μέσο της οσφρήσεως , είναι ένα πραγματικό ραντάρ , τον βοηθά να αντιληφτεί τον εχθρό του από πολλές εκατοντάδες μέτρα. Ζει σε όλη την Ευρώπη και βεβαίως και στο τόπο μας.
Το δέρμα του καλύπτεται από σκληρές αγκαθωτές τρίχες . Το αγριογούρουνο αλλάζει δύο φορές το χρόνο το τρίχωμα του , μία φορά τον Μάη και την άλλη τον Οκτώβρη . Το καλοκαιρινό του τρίχωμα είναι από τρίχες λεπτές και πιο ανοικτόχρωμες. Αντίθετα τον Χειμώνα είναι πιο πυκνό και σκούρο. Ο χρωματισμός του ποικίλλει , ανάλογα τις εποχές , τις τοπικές γενιές και τον τόπο και διατροφή του από καφεκόκκινος , γκρι έως μαύρο. Οι σκούροι χρωματισμοί του οφείλονται σ' ένα πυκνό χνούδι που φυτρώνει ανάμεσα στις τρίχες. Η ουρά του είναι περίπου 35 εκατοστών .
Όταν αγριέψει η ξαφνιαστεί , οι τρίχες της ράχης του σηκώνονται και είναι εντυπωσιακής ομορφιάς και αγριότητας. Στο μπρος μέρος του σώματος του και στο επίπεδο των ώμων και του θώρακα , το ζώο προστατεύεται από επιδερμίδα πολύ παχιά και σκληρή που προφυλάσσει τα ζωτικά όργανα. Όταν οι συνθήκες διατροφής είναι το αγριογούρουνο σχηματίζει κάτω από δέρμα του ένα μεγάλο, παχύ στρώμα λίπους, που είναι το απόθεμα τροφής για τις δύσκολες μέρες του Χειμώνα. Ο όγκος και το βάρος του ζώου εξαρτάτε από την ποσότητα και ποιότητα τροφής , τα γονίδια της περιοχής , γεω-κλιματικούς παράγοντες . Έχει μήκος περίπου 1-1,5 μέτρα , βάρος μέχρι και 300 κιλά και ύψος 1 μέτρο περίπου. Τ' αρσενικά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα θηλυκά .
Αυτά τα ζώα γνωρίζουν ομοιόμορφη ανάπτυξη , ανάλογη με το φύλο τους μέχρι δύο ετών. Μετά το αρσενικό αρχίζει να ξεχωρίζει καθαρά από τα θηλυκά. Το μεγαλύτερο βάρος δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το ζώο είναι το πιο μεγάλο σε ηλικία , η πραγματική ηλικία φαίνεται από το μέγεθος των δοντιών . Μετά τα 6 χρόνια τα δόντια αρχίζουν να γυρνάνε προς τα πίσω . Στις πολλές μάχες που δίνει στην ζωή του χρησιμοποεί αυτά τα δόντια κτυπώντας από κάτω προς τα πάνω, έτσι δίνει τρομερά χτυπήματα που μπορούν να ξεκοιλιάσουν ένα λύκο η σκύλο. Όταν αυτά αγκιστρωθούν τότε ταυτόχρονα δαγκώνει και πολύ άσχημα.
Γεωγραφική εξάπλωση
Στη χώρα μας το αγριογούρουνο υπάρχει στη Θεσσαλία Ήπειρο, Μακεδονία και Θράκη.
Αισθήσεις
Οι αισθήσεις της όσφρησης και της ακοής είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες, ενώ η όραση είναι σχετικά περιορισμένη.
Αναπαραγωγή
Η περίοδος του ζευγαρώματος αρχίζει τον Δεκέμβριο και κρατάει περίπου ένα μήνα. Τα μεγάλα αρσενικά που λέγονται και μονιάδες επειδή ζουν μόνα τους αρχίζουν την μεγάλη περιοδεία τους προς εύρεση θηλυκού συντρόφου. Είναι είδος πολυγαμικό. Η περίοδος του οργασμού συμπίπτει με το δεύτερο μισό του Δεκεμβρίου μέχρι το τέλος Ιανουαρίου. Την περίοδο αυτή τα αρσενικά, που ως τότε ζούσαν χωριστά από τα θηλυκά, αναζητούν συντρόφους διανύοντας μεγάλες αποστάσεις. Ο αριθμός των θηλυκών που συγκροτεί το χαρέμι ενός αρσενικού, είναι συνήθως 6-8. Για τη συγκρότηση και κατοχή των χαρεμιών αυτών γίνονται σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των σεξουαλικά ώριμων αρσενικών, χωρίς όμως αυτές να είναι θανατηφόρες, καθώς το υπερβολικά σκληρό δέρμα των ώμων και των πλευρών το προφυλάσσει από τους τραυματισμούς. Η διάρκεια του οργασμού των θηλυκών είναι 48 ώρες.
Η περίοδος της εγκυμοσύνης ποικίλει με την ηλικία του θηλυκού. Στα πρωτότοκα άτομα η κυοφορία διαρκεί 114-130 μέρες, ενώ στα ώριμα 133-140. Ο αριθμός των μικρών ποικίλει μεταξύ των ατόμων και κυμαίνεται από 4-10. Αυτός εξαρτάται από την ηλικία του ζώου και είναι μικρότερος στα νεαρά άτομα. Πριν από τη γέννα το θηλυκό απομακρύνεται από την ομάδα, κατασκευάζει μια υποτυπώδη φωλιά, βάθους 30-40 εκ και διαμέτρου 90-100 εκ, την οποία στρώνει με χόρτα και φύλλα. Αυτή βρίσκεται σε απόμερα και καλά προφυλαγμένα μέρη. Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής, τα αρσενικά παραμελούν την τροφή και λόγω της έντονης σεξουαλικής δραστηριότητας τους αδυνατίζουν αρκετά, χάνοντας μέχρι 20% του αρχικού βάρους τους.
Τα μικρά γεννιούνται με ανοιχτά μάτια και είναι σε θέση μετά απο λίγες ώρες να στέκονται στα πόδια τους. Το τρίχωμα τους είναι κοκκινωπό και κατά μήκος των πλευρών σχηματίζονται επιμήκεις στενές λωρίδες ανοιχτού χρώματος έχει αποτέλεσμα να δημιουργείται μία τέλεια χρωματική προσαρμογή με το περιβάλλον. Λόγω του ότι το σώμα των μικρών είναι καλυμμένο με αραιό τρίχωμα τις πρώτες μέρες, αυτά απαιτούν ιδιαίτερη φροντίδα κατά του ψύχους. Αυτή εξασφαλίζεται με τη συνεχή παραμονή τους στη φωλιά και το πλάγιασμα με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι το ένα δίπλα στο άλλο και κοντά στη μητέρα, η οποία κατά τις πρώτες μέρες παραμένει συνεχώς στη φωλιά. Μετά την έβδομη μέρα, η μητέρα και τα μικρά βγαίνουν για λίγο, πάντα όμως διανυκτερεύουν στη φωλιά τους.
Μετά την δεύτερη - τρίτη εβδομάδα αρχίζουν την αναζήτηση τροφής, αν και ο θηλασμός διαρκεί μέχρι 2-3 μήνες περίπου. Στην ηλικία των 6 μηνών το χρώμα των μικρών γίνεται καφέ και οι ραβδώσεις ατονούν. Με τη συμπλήρωση του πρώτου χρόνου αποκτούν το χρωματισμό του ενήλικου. Κατά την ηλικία αυτή τα άτομα γίνονται ανεξάρτητα. Η σεξουαλική τους ωριμότητα επέρχεται σε ηλικία 9-18 μηνών. Αυτή εξαρτάται κυρίως από τη διαθεσιμότητα της τροφής. Σε χρόνια με ευνοϊκές συνθήκες διατροφής το 50% των θηλυκών ηλικίας κάτω του ενός έτους αναπαράγεται. Σε μέσες συνθήκες το ποσοστό αυτό είναι 10%. Όταν όμως υπάρχει έλλειψη τροφής τα άτομα ηλικίας κάτω του ενός έτους δεν αναπαράγονται. Η θνησιμότητα των νεογνών είναι μεγάλη ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των πρώτων τριών μηνών της ζωής τους. Κυριότερα αίτια είναι οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες καθώς επίσης τα διάφορα αρπακτικά και τα παράσιτα. Κατά μέσο όρο το ποσοστό θνησιμότητας τους φτάνει το 40-50%. Σε πολύ ευνοϊκά χρόνια μπορεί να έχουμε δυο γέννες το χρόνο, μία τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο και μία κατά το δεύτερο μισό του Ιουλίου με αρχές Αυγούστου. Διασταυρώνεται με το οικιακό είδος. Ζει 15-20 χρόνια.
Όταν ένα από αυτά συναντήσει ένα κοπαδάκι αμέσως εκδιώκει όλα τα άλλα αρσενικά Το αγριογούρουνο είναι πολυγαμικό , εξασφαλίζει έτσι την κυριαρχία του , απωθώντας χωρίς οίκτο κάθε πιθανόν ανταγωνιστή . Όταν βρεθούν κοντά δύο μεγάλα αρσενικά τότε η μάχη ένια μεγάλη και πολύ βίαιη . Το αποτέλεσμα της μάχης τις περισσότερες δεν είναι θανατηφόρο , αλλά τραύματα σίγουρα θα υπάρξουν πολλά και βαθιά.
Το κυρίαρχο αρσενικό μένει με τα θηλυκά γι 4-5 εβδομάδες και ζευγαρώνει με όσες από αυτές είναι έτοιμες να τον δεχτούν. Αυτή την περίοδο σημαδεύει δέντρα της περιοχής που κινείται το κοπάδι με τις θηλυκές ώστε άλλα αρσενικά να μην πλησιάσουν . Αν οι συνθήκες είναι καλές μπορεί να ξεκινήσει ξανά η διαδικασία του ίστρου τον Σεπτέμβρη. Μία θηλυκιά δεν γεννά αν δεν είναι τουλάχιστον 30-35 κιλά. Η διάρκεια της κύησης είναι τρεις μήνες περίπου . Οι γεννήσεις θα γίνουν τον Ιανουάριο. Γεννάει περίπου μέχρι δέκα μικρά τα οποία υπερασπίζεται μέχρι αυτοθυσίας όσο αυτά είναι μικρά. Τα γεννάει μέσα σε φωλιά που κάνει το θηλυκό μα ζεύοντας πολλά κλαριά και φύλλα. Δεν απομακρύνεται ποτέ από την περιοχή της φωλιάς , βόσκοντας εκεί γύρω πάντα σε κατάσταση επαγρύπνησης . Μετά από λίγες μέρες που τα μικρά μεγαλώσουν λίγο τα βγάζει σεργιάνι μαζί της. Τα μικρά θηλάζουν περίπου για την διάρκεια 3-4 μηνών.
Βιότοπος
Είναι είδος δασόβιο. Ζει κυρίως σε δάση πλατύφυλλων ή και μικτά. Προτιμά δάση δρυός, καστανιάς και οξιάς. Απαντάται επίσης σε ελώδεις εκτάσεις και γεωργικές περιοχές που συνορεύουν με δασικές εκτάσεις. Ανεβαίνει σε μεγάλο υψόμετρο, μέχρι τα δασο-όρια.
Ο βιότοπος του αγριογούρουνου είναι βασικά τα δάση. Μπορεί όμως να προσαρμοστεί παντού αν υπάρχουν πυκνά και κάλυψη. Οι συνθήκες που του ταιριάζουν είναι καλύτερα είναι τα μεγάλα δάση με πυκνά φυλλώματα και θάμνους . Τα καταφύγια του γιατάκια βρίσκονται σε πυκνούς θάμνους και αδιαπέραστα μέρη του δάσους. Επίσης του αρέσουν και οι ελώδεις περιοχές που παρέχουν τροφή και κάλυψη καλή. Και στις πεδιάδες κατεβαίνει όμως όταν τα σπαρτά είναι μεγάλα και προσφέρουν προστασία . Συχνάζει ακόμη σε ορεινά πλατώματα μέχρι τα όρια των δασών , αποφεύγοντας ωστόσο τις ζώνες αυτές όταν το πάχος του χιονιού τον Χειμώνα είναι μεγάλο και το εμποδίζουν στην κίνηση του και στην εξεύρεση τροφής. Η παρουσία του νερού είναι απαραίτητη , το ζώο το χρειάζεται απαραιτήτως ειδικά τα λασπόνερα.
Διατροφή
Είναι είδος παμφάγο. Η φυτική του τροφή αποτελείται από χόρτα, βλαστούς, ρίζες, φλοιούς, βολβούς, διάφορα φρούτα και καρπούς, με ιδιαίτερη προτίμηση στα βελανίδια, κάστανα, καλαμπόκι, πατάτες και μανιτάρια. Η ζωική του τροφή αποτελείται από σκουλήκια, σαλιγκάρια, προνύμφες εντόμων, μεγάλα έντομα, ερπετά, αμφίβια, διάφορα τρωκτικά, μικρά λαγών, αυγά εδαφόβιων πτηνών και ψοφίμια.
Ο αγριόχοιρος τρέφεται την νύχτα . Είναι παμφάγο ζώο και τρώει σχεδόν τα πάντα , ακόμη και μικρά θηράματα αν καταφέρει και τα συλλάβει , όπως και τραυματισμένα ζώα. Η κυρίως τροφή του είναι φυτική και την αναζητά στο χώμα . Ανάλογα με την εποχή η διατροφή του αποτελείται από φρούτα, ρίζες, βολβούς , γογγύλια , καλλιεργημένα φυτά , όπως σιτάρι , καλαμπόκι, κριθάρι, πατάτες κλπ Το σύνολο αυτών των φυτικών ουσιών είναι το 85% της τροφής του. Επίσης τρώει και βελανίδια . Τρώει σκουλήκια , φίδια και ότι άλλο βρει. Οι ανάγκες του σε ζωικές πρωτεΐνες το αναγκάζουν να ψάχνει στο έδαφος για αυτά . Επίσης επιτίθεται σε λαγούς και κουνέλια και τρωκτικά και τα κατασπαράζει αφού καταστρέψει τις φωλιές τους. Μερικές φορές η θηλυκιά τρώει και τα άρρωστα μικρά της.